Από τις αρχές του 20ου αιώνα άρχισε να εκδηλώνεται σημαντικό ενδιαφέρον για την παιδική ζωγραφική. Η ανάπτυξη της παιδοψυχολογίας καθώς και η διάγνωση και θεραπεία προβλημάτων στην νοητική εξέλιξη του παιδιού με την απελευθέρωση της έκφρασης του μέσα από την ζωγραφική, συντέλεσε στην αύξηση αυτού του ενδιαφέροντος. Από το 1911 η παιδική ζωγραφική άρχισε ν’ αναγνωρίζεται σαν τέχνη. Πολλοί καλλιτέχνες που ένιωθαν την ανάγκη να εκφραστούν μέσα από πηγαίες αυθεντικές φόρμες, μακριά από τα κληροδοτήματα της Αναγέννησης και του Νεοκλασσικισμού, στράφηκαν με μεγάλο θαυμασμό στην παιδική Τέχνη. Τα μέλη του "Γαλάζιου καβαλάρη", θεωρούσαν τα παιδιά αληθινούς δημιουργούς και όχι μιμητές της αρχαιοελληνικής φόρμας, τις δε ζωγραφιές των παιδιών φορείς μιας τεράστιας ασυνείδητης δύναμης.
Ήταν οι ίδιοι μανιώδεις συλλέκτες παιδικών έργων και δεν ένιωθαν καμία αμηχανία να συνεκθέσουν έργα τους με έργα παιδιών. Ο ΚΑΝΤΙΝΣΚΥ μάλιστα στην μετέπειτα διδασκαλία του στο BAUHAUS χρησιμοποιούσε πολύ συχνά στις διαλέξεις του παιδικές ζωγραφιές. Πρώτος ο KLEE δανείστηκε στοιχεία της παιδικής ζωγραφικής, όπως την έλλειψη φωτοσκίασης, την σχηματοποίηση, την διαφάνεια, την έλλειψη προοπτικής και τρισδιάστασης αίσθησης του χώρου. Έλεγε μάλιστα πως τα σχέδια του γιου του ήταν καλύτερα από τα δικά του, καθώς ήταν ανέγγιχτα από κάθε εγκεφαλική επεξεργασία.
Πραγματικά, για τα παιδιά η ζωγραφική δε είναι μια δραστηριότητα ξεχωριστή από τις υπόλοιπες, αλλά αντίθετα μια ανάγκη τόσο φυσική ή επιτακτική, όσο η ανάγκη να φάνε ή να παίξουν. Εξ΄ άλλου η πρώτη μορφή παιδικής ζωγραφικής, η μουντζούρα, δεν είναι παρά μα κινησιακή δραστηριότητα. Ας φανταστούμε ένα παιδί που παίζει ζωγραφίζοντας. Υπάρχει μόνο αυτό και η ζωγραφιά του. Δεν το ενδιαφέρει τίποτα άλλο. Έχει χαθεί μέσα στο παιχνίδι. Είναι όλος του ο κόσμος. Ζει για τη χαρά του παιχνιδιού των χρωμάτων, παίζει για να παίζει. Χωρίς σκοπιμότητα, χωρίς κίνητρο, χωρίς χρηστικότητα. Μ’ ένα τελετουργικό, θα μπορούσε να πει κανείς τρόπο, εκφράζεται μέσα από το έργο του, προβάλλει το ασυνείδητο του μέσα από την ζωγραφιά του. Σίγουρα πριν από τον Marcel Duchamp που πρόσθεσε το γνωστό μουστάκι στην Τζοκόντα, ανάλογη κίνηση θα έκανε κάποιο παιδί.
Και ποιος μας λέει ότι η τέχνη πρέπει να είναι οπωσδήποτε σοβαρή; Κάθε παιχνίδι αποτελεί πρώτα απ’ όλα μια ελεύθερη δράση που προσδιορίζεται από την αβεβαιότητα της έκβασής της. Η χειρονομιακή εκφραστικότητα του dripping στον Pollock δείχνει ανάγκη επιστροφής στα αρχέτυπα της παιδικής ηλικίας, έλξη για το τυχαίο. Μόνο ο νους ενός παιδιού άδειος και καθαρός από κάθε γνώση και πρότυπα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μ’ αυτόν τον τρόπο τα χρώματα!
Είναι η τρυφερότητα, η αβίαστη αμεσότητα και η ειλικρίνεια, η σίγουρη δύναμη, η απέριττη και ανυπόκριτη απλότητα της παιδικής τέχνης που ώθησε κι ωθεί πολλούς καλλιτέχνες να την εντάξουν με σεβασμό στα έργα τους και να μάθουν απ’ αυτήν. Ίσως σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, να έχουμε ανάγκη από την δροσιά της και την σοφία της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου